Το MGUS είναι μια μη καρκινική κατάσταση όπου το σώμα παράγει μια μη φυσιολογική πρωτεΐνη, που ονομάζεται παραπρωτεΐνη (ή πρωτεΐνη Μ). Αν και το MGUS δεν είναι καρκίνος, τα άτομα με αυτό έχουν ελαφρώς υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης μυελώματος ή λεμφώματος.
Το MGUS επηρεάζει τα πλασματοκύτταρα. Αυτά είναι ένας τύπος λευκών αιμοσφαιρίων που υπό φυσιολογικές συνθήκες παράγουν πρωτεΐνες-αντισώματα για την καταπολέμηση λοιμώξεων. Επί ύπαρξης MGUS, ορισμένα πλασματοκύτταρα παράγουν μία μη φυσιολογική πρωτεΐνη που ονομάζεται παραπρωτεΐνη. Για τους περισσότερους ανθρώπους, αυτό δεν προκαλεί κανένα πρόβλημα, ωστόσο κάθε χρόνο, περίπου 1 στα 100 άτομα με MGUS (1%) αναπτύσσουν μυέλωμα ή λέμφωμα.
Η αιτία του MGUS δεν είναι πλήρως κατανοητή. Θεωρείται ότι η γενετική βλάβη σε ένα μόνο πλασματοκύτταρο δίνει σε αυτό το κύτταρο ένα πλεονέκτημα επιβίωσης, οδηγώντας σε πολλαπλασιασμό αυτού του πλασματοκυττάρου. Είναι γνωστό ότι υπάρχει αυξημένος κίνδυνος MGUS σε συγγενείς πρώτου βαθμού ασθενών με MGUS και μυέλωμα. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι συγγενείς πρώτου βαθμού θα λάβουν MGUS, μόνο ότι ο κίνδυνος είναι αυξημένος σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό. Προς το παρόν δεν είναι γνωστό εάν αυτό οφείλεται σε κοινούς γενετικούς παράγοντες ή σε κοινό περιβάλλον (ίδια ανατροφή).
Εξ ορισμού, το MGUS δεν προκαλεί συμπτώματα. Η παρουσία συμπτωμάτων, όπως πόνος στα οστά ή επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις, διαταραχές στις εξετάσεις αίματος όπως αναιμία, αυξημένα επίπεδα ασβεστίου, αυξημένος αριθμός πλασματοκυττάρων στο μυελό των οστών ή νεφρική ανεπάρκεια ή οστικές ανωμαλίες κατά τον ακτινολογικό έλεγχο, σημαίνει πιθανότατα διάγνωση πολλαπλού μυελώματος ή άλλης συμπτωματικής διαταραχής, αντί για MGUS.Το ίδιο το MGUS δεν θεωρείται καρκινογόνο, αλλά οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο καρκινικών καταστάσεων. Ο κίνδυνος εξέλιξης εκτιμάται ότι είναι 1% ετησίως (δηλ. 10% κίνδυνος μετά από 10 χρόνια διάγνωσης MGUS).
Καθώς το MGUS δεν προκαλεί συνήθως συμπτώματα, συχνά εντοπίζεται τυχαία κατά τη διενέργεια εξετάσεων για άλλα πιθανά προβλήματα υγείας. Ο Δρ Πέσσαχ μπορεί να προχωρήσει σε εξετάσεις για MGUS εάν βρεθεί παραπρωτεΐνη στο αίμα. Καθώς μια παραπρωτεΐνη στο αίμα μπορεί επίσης να είναι σημάδι πιο σοβαρών καταστάσεων, όπως το μυέλωμα ή το λέμφωμα, χρειάζεται να γίνουν εξετάσεις για να αποκλειστούν αυτές οι άλλες καταστάσεις πριν να τεθεί διάγνωση MGUS. Προκειμένου να γίνει αυτό, απαιτείται ο παρακάτω έλεγχος:
Εξετάσεις αίματος
Απαιτείται μία εξέταση αίματος που μετρά την ποσότητα και τον τύπο της παραπρωτεΐνης που παράγεται από τα πλασματοκύτταρα. Άλλες αναγκαίες εξετάσεις αίματος είναι εκείνες που αφορούν τη λειτουργία του ήπατος και των νεφρών, καθώς το μυέλωμα μπορεί να επηρεάσει αυτά τα όργανα. Επίσης διενεργείται έλεγχος επιπέδων ασβεστίου, καθώς το μυέλωμα μπορεί να προκαλέσει αυξημένα επίπεδα ασβεστίου.
Εξέταση ούρων
Μερικοί τύποι παραπρωτεΐνης μπορούν να βρεθούν και στα ούρα. Για το λόγο αυτό μπορεί να χρειαστεί να γίνει συλλογή ούρων 24ώρου σε ειδικό δοχείο.
Απεικονιστικός έλεγχος
Ο Δρ Πέσσαχ μπορεί να κανονίσει να διενεργηθούν μερικές ακτινογραφίες ή μαγνητικές τομογραφίες (ή και PET CT ακόμα) προκειμένου να γίνει έλεγχος για πιθανές βλάβες στα οστά από μυέλωμα.
Εξέταση μυελού των οστών
Μερικές φορές μπορεί να χρειαστεί λήψη δείγματος μυελού των οστών (βιοψία) για περαιτέρω εξέταση, προκειμένου να αναζητηθούν κύτταρα μυελώματος.
Το MGUS συνήθως δεν χρειάζεται θεραπεία καθώς σπάνια προκαλεί συμπτώματα. Στους περισσότερους ανθρώπους, το MGUS παραμένει σταθερό και δεν προκαλεί ποτέ κανένα πρόβλημα. Υπάρχει όμως μικρός κίνδυνος το MGUS να εξελιχθεί σε καρκίνο, όπως μυέλωμα ή λέμφωμα. Εάν συμβεί αυτό, αυτό μπορεί να προκαλέσει ορισμένα συμπτώματα:
Τον πρώτο χρόνο, απαιτούνται εξετάσεις αίματος κάθε λίγους μήνες. Εάν οι αιματολογικές αυτές εξετάσεις είναι φυσιολογικές και δεν υπάρχουν νέα συμπτώματα, απαιτούνται νέες εξετάσεις αίματος λιγότερο συχνά. Εάν παρατηρηθούν από την άλλη νέα συμπτώματα ή οι εξετάσεις αίματος εμφανίζουν αλλαγές, όπως αύξηση των επιπέδων παραπρωτεΐνης, θα χρειαστεί να εκτελούνται πιο συχνές εξετάσεις.